" Έλληνες, λαός δυστυχισμένος, καλός κι αγαπημένος, πάντοτε ευκολόπιστος και πάντα προδομένος"
Διονύσιος Σολωμός
Kατάσταση σήψης και διχασμού, άλλα λέει ο ένας κι άλλα καταλαβαίνει ο άλλος, αλλού έχει παραμυθιαστεί ο ένας κι αλλού ο άλλος. Παρακμή, παραίτηση, φτώχεια , φτώχεια στο πνεύμα, φτώχεια στα ήθη, σκληρότητα, αδιαλλαξία, αμετανοησία. Κι από πάνω οι κατακτητές με τους ντόπιους προδότες. Μια εικόνα ζοφερή που όλα, εκ πρώτης όψεως, δείχνουν ότι το τούνελ θα παραμείνει σκοτεινό και θα σφραγιστεί οριστικά σαν τάφος με κόκκαλα ανίερα τούτη τη φορά που δεν θα γεννήσουν ποτέ μια λευτεριά της προκοπής, κατά πως ήθελε κι ο Διονύσιος Σολωμός.
Κι όμως, ο Χριστός του Σικελιανού, στο ποίημα του ποιητή με τον τίτλο "Άγραφον", εντοπίζει κάτι αμόλυντο κι ελπιδοφόρο στο σκυλίσιο μας κι υπό σήψη κουφάρι. Ανακαλύπτει κάτι που δεν λιώνει σε κανένα ψόφιο ζώο, σε κανένα σκελετό. Όσα χρόνια κι αν περάσουν, τα δόντια παραμένουν σχεδόν λευκά και λαμπερά, η οδοντοστοιχία μπορεί να διατηρήσει την αρτιότητά της, τη συμμετρία, τις ενδείξεις ενός κατά τα άλλα υγιούς πάλαι ποτέ ανθρώπου ή ζώου. Κι όσο αρχικά προχωρά η σήψη κι οι παρατηρητές θέλουν να απομακρυνθούν από αυτή τη μπόχα του θανάτου, ο Κύριος μέσω του φωτισμένου του απεσταλμένου θα αναδείξει αυτό το, έστω κι ένα, λαμπερό κι αμόλυντο κομμάτι του ‘‘έθνους στο οποίο επένδυσε’’.
Με ψυχή και σθένος καθάριο ενώ θα ανασαίνει ό,τι σάπιο αναδύθηκε, θα περπατήσει παρόλα αυτά ανάμεσα στα προδομένα, διε-φθαρμένα, μαστιγωμένα και αλληλοσπαραγμένα απομεινάρια Ελλήνων μέχρι να εντοπίσει, να θαυμάσει και να τραβήξει απ’τα ερείπια το λαμπερό αυτό "χαλάζι και κρίνο".
Είναι φύσει αδύνατον να μην έχει μείνει, ακόμα και στο απόγειο της απόλυτης παρακμής κι ερήμωσης κάποιων ιστορικών περιόδων, ένα δείγμα γραφής ατρόμητης κι απαστράπτουσας όπως του Άγγελου Σικελιανού. Ψυχή και λέξεις που σαν ρομφαία ανοίγουν το δρόμο για ένα φωτεινότερο μονοπάτι που αρμόζει στην ελληνική φυλή και την ιερή της γη.
Κι αναζητούν την Ελλάδα των ‘‘δυο Ηρώων και των πέντε Αξιών’’!
Τα αρχέτυπα του Ηρακλή και του Οδυσσέα!
Την Ελευθερία, την Αξιοπρέπεια, την Αρμονία, την κοινωνική Δικαιοσύνη και την Αλήθεια!
"Αντιφεγγιά του Αιώνιου, μα κι αντάμα σκληρή του Δίκαιου αστραπή κ’ ελπίδα" ονομάζει ο Χριστός, μέσα από το ποίημα του Σικελιανού, τον Ελληνισμό. Ο Χριστός, οι Άγιοί μας, ο Αρχάγγελος, μπαίνουν στην πρώτη γραμμή για να σώσουν και να αναδείξουν την ύπαρξή μας. Ομοίως, ο Αχιλλέας κι ο Οδυσσέας έβλεπαν να κατεβαίνουν στο πλευρό τους και να υψώνουν στη μάχη το σπαθί, η Αθηνά κι ο Ερμής. Ο υμένας του χρόνου διαρρηγνύεται και ο Κολοκοτρώνης με το Μεγαλέξανδρο έρχονται σήμερα αντάμα να μας δώσουν μια κλωτσιά στα οπίσθια να οσμιστούμε τον κίνδυνο, να ζωστούμε τις σφαίρες, την εκλιπούσα σοφία.
Ο Άγγελος Σικελιανός επιχείρησε μέσα από τη "Δελφική του Ιδέα" να αναδείξει ως δώρο για όλους τους λαούς το αρχαιοελληνικό πνεύμα και τα πανανθρώπινα διδάγματα των έργων των μεγάλων μας τραγωδών. Σήμερα όμως ο Ελληνισμός διανύει την δυσκολότερή του εποχή και την πιο επικίνδυνη. Προσπάθειες αφελληνισμού ύπουλες κι εκ των έσω στα πάντα. Μοιάζουν σταγόνες στον ωκεανό οι προσπάθειες κάποιων επιφανών και κάποιων απλών Ελλήνων, να κρατήσουν στις μνήμες του κόσμου την πραγματική Ελλάδα, την κορωνίδα πολιτισμού και σκέψης, των πέντε ηπείρων. Και να προσημειώνουν ακούραστα το στίγμα μιας μελλοντικής Ελλάδος Δικαίου, στην οποία θα κυβερνά ένα επιτελείο αρίστων ευπατρίδων, ευσεβών και θεοσεβούμενων ανθρώπων.
Μια Ελλάδα που είναι γραφτό να 'ρθεί, έστω κι αν το απαιτεί μια χούφτα ανθρώπων. Η συμπαντική επιταγή έχει υπογραφεί.
ΚΩΣΤΑΣ-ΤΑΥΡΟΣ
Άγγελος Σικελιανός: ‘‘Άγραφον’’ (1941)
[Το ποίημα μάς μεταφέρει στην εποχή του Χριστού και οραματίζεται τον Ιησού να διέρχεται με τους μαθητές «έξω από τα τείχη της Σιών» και να πλησιάζει σε έναν τόπο που αποπνέει σήψη. Γράφτηκε στις ζοφερές μέρες της Γερμανικής Κατοχής]
Επροχωρούσαν έξω από τα τείχη
της Σιών ο Ιησούς και οι μαθητές Του,
σαν, λίγο ακόμα πριν να γείρει ο ήλιος,
ζυγώσανε αναπάντεχα στον τόπο
που η πόλη έριχνε χρόνια τα σκουπίδια,
καμένα αρρώστων στρώματα, αποφόρια,
σπασμένα αγγειά, απορρίμματα, ξεσκλίδια…
Κ’ εκεί, στον πιο ψηλό σωρόν απάνω,
πρησμένο, με τα σκέλια γυρισμένα
στον ουρανό, ενός σκύλου το ψοφίμι,
που – ως ξαφνικά ακούοντας, τα κοράκια
που το σκεπάζαν, πάτημα, το αφήκαν –
μια τέτοια οσμήν ανάδωκεν, οπού όλοι
σα μ’ ένα βήμα οι μαθητές, κρατώντας
στη φούχτα τους την πνοή, πισωδρομήσαν…
Μα ο Ιησούς, μονάχος προχωρώντας
προς το σωρό γαλήνια, κοντοστάθη
και το ψοφίμι εκοίταζε· έτσι, πόνας
δεν εκρατήθη μαθητής και Του ‘πεν
από μακρά: «Ραββί, δε νιώθεις τάχα
τη φοβερήν οσμή και στέκεσ’ έτσι;»
Κι Αυτός, χωρίς να στρέψει το κεφάλι
απ’ το σημείο που κοίταζε, αποκρίθη:
«Τη φοβερήν οσμήν, εκείνος πόχει
καθάρια ανάσα, και στη χώρα μέσα
την ανασαίνει, όθ’ ήρθαμε… Μα τώρα
αυτό που βγαίνει απ’ τη φτορά θαμάζω
με την ψυχή μου ολάκερη… Κοιτάχτε
πώς λάμπουνε τα δόντια αυτού του σκύλου
στον ήλιο· ως το χαλάζι, ωσάν το κρίνο,
πέρα απ’ τη σάψη, υπόσκεση μεγάλη,
αντιφεγγιά του Αιώνιου, μα κι ακόμα
σκληρή του Δίκαιου αστραπή κ’ ελπίδα!»
Έτσ’ είπ’ Εκείνος· κ’ είτε νιώσαν ή όχι
τα λόγια τούτα οι μαθητές, αντάμα,
σαν εκινήθη, ακολουθήσαν και πάλι
το σιωπηλό Του δρόμο…
Και να τώρα,
βέβαια στερνός, το νου μου πώς σ’ εκείνα,
Κύριε, τα λόγια Σου γυρίζω, κι όλος
μια σκέψη στέκομαι μπροστά Σου: Α!..δώσε,
δος και σ’ εμένα, Κύριε, ενώ βαδίζω
ολοένα ως έξω απ’ της Σιών την πόλη,
κι από τη μια της γης στην άλλην άκρη
όλα είναι ρείπια, κι όλα είναι σκουπίδια,
κι όλα είναι πτώματα άθαφτα που πνίγουν
τη θεία πηγή τ’ ανασασμού, ή στη χώρα
είτ’ έξω από τη χώρα· Κύριε, δος μου,
μες στην φριχτήν οσμή όπου διαβαίνω,
για μια στιγμή την άγια Σου γαλήνη,
να σταματήσω ατάραχος στη μέση
απ’ τα ψοφίμια, και ν’ αδράξω κάπου
και στη δική μου τη ματιάν έν’ άσπρο
σημάδι, ως το χαλάζι, ωσάν το κρίνο·
κάτι να λάμψει ξάφνου και βαθιά μου,
έξω απ’ τη σάψη, πέρα από τη σάψη
του κόσμου, ωσάν τα δόντια αυτού του σκύλου,
που, ω Κύριε, βλέποντάς τα εκειό το δείλι,
τα ‘χες θαμάσει, υπόσκεση μεγάλη,
αντιφεγγιά του Αιώνιου, μα κι αντάμα
σκληρή του Δίκαιου αστραπή κ’ ελπίδα!
Διονύσιος Σολωμός
Kατάσταση σήψης και διχασμού, άλλα λέει ο ένας κι άλλα καταλαβαίνει ο άλλος, αλλού έχει παραμυθιαστεί ο ένας κι αλλού ο άλλος. Παρακμή, παραίτηση, φτώχεια , φτώχεια στο πνεύμα, φτώχεια στα ήθη, σκληρότητα, αδιαλλαξία, αμετανοησία. Κι από πάνω οι κατακτητές με τους ντόπιους προδότες. Μια εικόνα ζοφερή που όλα, εκ πρώτης όψεως, δείχνουν ότι το τούνελ θα παραμείνει σκοτεινό και θα σφραγιστεί οριστικά σαν τάφος με κόκκαλα ανίερα τούτη τη φορά που δεν θα γεννήσουν ποτέ μια λευτεριά της προκοπής, κατά πως ήθελε κι ο Διονύσιος Σολωμός.
Κι όμως, ο Χριστός του Σικελιανού, στο ποίημα του ποιητή με τον τίτλο "Άγραφον", εντοπίζει κάτι αμόλυντο κι ελπιδοφόρο στο σκυλίσιο μας κι υπό σήψη κουφάρι. Ανακαλύπτει κάτι που δεν λιώνει σε κανένα ψόφιο ζώο, σε κανένα σκελετό. Όσα χρόνια κι αν περάσουν, τα δόντια παραμένουν σχεδόν λευκά και λαμπερά, η οδοντοστοιχία μπορεί να διατηρήσει την αρτιότητά της, τη συμμετρία, τις ενδείξεις ενός κατά τα άλλα υγιούς πάλαι ποτέ ανθρώπου ή ζώου. Κι όσο αρχικά προχωρά η σήψη κι οι παρατηρητές θέλουν να απομακρυνθούν από αυτή τη μπόχα του θανάτου, ο Κύριος μέσω του φωτισμένου του απεσταλμένου θα αναδείξει αυτό το, έστω κι ένα, λαμπερό κι αμόλυντο κομμάτι του ‘‘έθνους στο οποίο επένδυσε’’.
Με ψυχή και σθένος καθάριο ενώ θα ανασαίνει ό,τι σάπιο αναδύθηκε, θα περπατήσει παρόλα αυτά ανάμεσα στα προδομένα, διε-φθαρμένα, μαστιγωμένα και αλληλοσπαραγμένα απομεινάρια Ελλήνων μέχρι να εντοπίσει, να θαυμάσει και να τραβήξει απ’τα ερείπια το λαμπερό αυτό "χαλάζι και κρίνο".
Είναι φύσει αδύνατον να μην έχει μείνει, ακόμα και στο απόγειο της απόλυτης παρακμής κι ερήμωσης κάποιων ιστορικών περιόδων, ένα δείγμα γραφής ατρόμητης κι απαστράπτουσας όπως του Άγγελου Σικελιανού. Ψυχή και λέξεις που σαν ρομφαία ανοίγουν το δρόμο για ένα φωτεινότερο μονοπάτι που αρμόζει στην ελληνική φυλή και την ιερή της γη.
Κι αναζητούν την Ελλάδα των ‘‘δυο Ηρώων και των πέντε Αξιών’’!
Τα αρχέτυπα του Ηρακλή και του Οδυσσέα!
Την Ελευθερία, την Αξιοπρέπεια, την Αρμονία, την κοινωνική Δικαιοσύνη και την Αλήθεια!
"Αντιφεγγιά του Αιώνιου, μα κι αντάμα σκληρή του Δίκαιου αστραπή κ’ ελπίδα" ονομάζει ο Χριστός, μέσα από το ποίημα του Σικελιανού, τον Ελληνισμό. Ο Χριστός, οι Άγιοί μας, ο Αρχάγγελος, μπαίνουν στην πρώτη γραμμή για να σώσουν και να αναδείξουν την ύπαρξή μας. Ομοίως, ο Αχιλλέας κι ο Οδυσσέας έβλεπαν να κατεβαίνουν στο πλευρό τους και να υψώνουν στη μάχη το σπαθί, η Αθηνά κι ο Ερμής. Ο υμένας του χρόνου διαρρηγνύεται και ο Κολοκοτρώνης με το Μεγαλέξανδρο έρχονται σήμερα αντάμα να μας δώσουν μια κλωτσιά στα οπίσθια να οσμιστούμε τον κίνδυνο, να ζωστούμε τις σφαίρες, την εκλιπούσα σοφία.
Ο Άγγελος Σικελιανός επιχείρησε μέσα από τη "Δελφική του Ιδέα" να αναδείξει ως δώρο για όλους τους λαούς το αρχαιοελληνικό πνεύμα και τα πανανθρώπινα διδάγματα των έργων των μεγάλων μας τραγωδών. Σήμερα όμως ο Ελληνισμός διανύει την δυσκολότερή του εποχή και την πιο επικίνδυνη. Προσπάθειες αφελληνισμού ύπουλες κι εκ των έσω στα πάντα. Μοιάζουν σταγόνες στον ωκεανό οι προσπάθειες κάποιων επιφανών και κάποιων απλών Ελλήνων, να κρατήσουν στις μνήμες του κόσμου την πραγματική Ελλάδα, την κορωνίδα πολιτισμού και σκέψης, των πέντε ηπείρων. Και να προσημειώνουν ακούραστα το στίγμα μιας μελλοντικής Ελλάδος Δικαίου, στην οποία θα κυβερνά ένα επιτελείο αρίστων ευπατρίδων, ευσεβών και θεοσεβούμενων ανθρώπων.
Μια Ελλάδα που είναι γραφτό να 'ρθεί, έστω κι αν το απαιτεί μια χούφτα ανθρώπων. Η συμπαντική επιταγή έχει υπογραφεί.
ΚΩΣΤΑΣ-ΤΑΥΡΟΣ
Άγγελος Σικελιανός: ‘‘Άγραφον’’ (1941)
[Το ποίημα μάς μεταφέρει στην εποχή του Χριστού και οραματίζεται τον Ιησού να διέρχεται με τους μαθητές «έξω από τα τείχη της Σιών» και να πλησιάζει σε έναν τόπο που αποπνέει σήψη. Γράφτηκε στις ζοφερές μέρες της Γερμανικής Κατοχής]
Επροχωρούσαν έξω από τα τείχη
της Σιών ο Ιησούς και οι μαθητές Του,
σαν, λίγο ακόμα πριν να γείρει ο ήλιος,
ζυγώσανε αναπάντεχα στον τόπο
που η πόλη έριχνε χρόνια τα σκουπίδια,
καμένα αρρώστων στρώματα, αποφόρια,
σπασμένα αγγειά, απορρίμματα, ξεσκλίδια…
Κ’ εκεί, στον πιο ψηλό σωρόν απάνω,
πρησμένο, με τα σκέλια γυρισμένα
στον ουρανό, ενός σκύλου το ψοφίμι,
που – ως ξαφνικά ακούοντας, τα κοράκια
που το σκεπάζαν, πάτημα, το αφήκαν –
μια τέτοια οσμήν ανάδωκεν, οπού όλοι
σα μ’ ένα βήμα οι μαθητές, κρατώντας
στη φούχτα τους την πνοή, πισωδρομήσαν…
Μα ο Ιησούς, μονάχος προχωρώντας
προς το σωρό γαλήνια, κοντοστάθη
και το ψοφίμι εκοίταζε· έτσι, πόνας
δεν εκρατήθη μαθητής και Του ‘πεν
από μακρά: «Ραββί, δε νιώθεις τάχα
τη φοβερήν οσμή και στέκεσ’ έτσι;»
Κι Αυτός, χωρίς να στρέψει το κεφάλι
απ’ το σημείο που κοίταζε, αποκρίθη:
«Τη φοβερήν οσμήν, εκείνος πόχει
καθάρια ανάσα, και στη χώρα μέσα
την ανασαίνει, όθ’ ήρθαμε… Μα τώρα
αυτό που βγαίνει απ’ τη φτορά θαμάζω
με την ψυχή μου ολάκερη… Κοιτάχτε
πώς λάμπουνε τα δόντια αυτού του σκύλου
στον ήλιο· ως το χαλάζι, ωσάν το κρίνο,
πέρα απ’ τη σάψη, υπόσκεση μεγάλη,
αντιφεγγιά του Αιώνιου, μα κι ακόμα
σκληρή του Δίκαιου αστραπή κ’ ελπίδα!»
Έτσ’ είπ’ Εκείνος· κ’ είτε νιώσαν ή όχι
τα λόγια τούτα οι μαθητές, αντάμα,
σαν εκινήθη, ακολουθήσαν και πάλι
το σιωπηλό Του δρόμο…
Και να τώρα,
βέβαια στερνός, το νου μου πώς σ’ εκείνα,
Κύριε, τα λόγια Σου γυρίζω, κι όλος
μια σκέψη στέκομαι μπροστά Σου: Α!..δώσε,
δος και σ’ εμένα, Κύριε, ενώ βαδίζω
ολοένα ως έξω απ’ της Σιών την πόλη,
κι από τη μια της γης στην άλλην άκρη
όλα είναι ρείπια, κι όλα είναι σκουπίδια,
κι όλα είναι πτώματα άθαφτα που πνίγουν
τη θεία πηγή τ’ ανασασμού, ή στη χώρα
είτ’ έξω από τη χώρα· Κύριε, δος μου,
μες στην φριχτήν οσμή όπου διαβαίνω,
για μια στιγμή την άγια Σου γαλήνη,
να σταματήσω ατάραχος στη μέση
απ’ τα ψοφίμια, και ν’ αδράξω κάπου
και στη δική μου τη ματιάν έν’ άσπρο
σημάδι, ως το χαλάζι, ωσάν το κρίνο·
κάτι να λάμψει ξάφνου και βαθιά μου,
έξω απ’ τη σάψη, πέρα από τη σάψη
του κόσμου, ωσάν τα δόντια αυτού του σκύλου,
που, ω Κύριε, βλέποντάς τα εκειό το δείλι,
τα ‘χες θαμάσει, υπόσκεση μεγάλη,
αντιφεγγιά του Αιώνιου, μα κι αντάμα
σκληρή του Δίκαιου αστραπή κ’ ελπίδα!
ενα ακομη αριστουργηματικο ελπιδοφορο αποσπασμα απο το εργο του ''ΕΠΙΝΙΚΟΙ Β'''που επρεπε να διδασκεται στα σχολεια σημερα.. η ποιηση εξυψωνει παιδαγωγει,ευχαριστει,ομορφαινει τον ανθρωπο...ο ρολος της ποιησης ειναι λυτρωτικος οπως ολων των τεχνων....μακαρι μεσα απο την σηψη που περναμε σημερα να ελθει η πολυποθητη '''ανασταση'''για την ελλαδα και τους ελληνες....μπραβο κωστα να εισαι καλα....σουλα
ΑπάντησηΔιαγραφήΕυχαριστώ που το έβαλες , να είσαι καλα
ΑπάντησηΔιαγραφήΣούλα, Γιώργο,
ΑπάντησηΔιαγραφήνα είστε επίσης καλά, Ο Χριστός, η Παναγιά, και κάθε θεία προστασία αυτού του τόπου να οδηγήσει στην Ανάσταση!
ΟΤΙ ΠΙΟ ΟΜΟΡΦΟ ΚΑΙ ΣΠΟΥΔΑΙΟ ΕΧΩ ΔΙΑΒΑΣΕΙ ΑΠΟ ΤΟΤΕ ΠΟΥ ΜΠΗΚΑ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΤΟΥ ΔΙΟΔΟΤΟΥ.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠΥΡΙΝΗ Η ΠΕΝΑ ΣΟΥ ΚΩΣΤΑ ΜΟΥ ΠΟΥ ΚΑΤΑΚΑΙΕΙ ΟΛΑ ΤΑ ΣΑΠΙΑ ΣΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ ΤΗΣ.
ΤΙ ΝΑ ΠΩ ΚΑΙ ΤΙ ΝΑ ΓΡΑΨΩ ΜΕΤΑ ΑΠ ΑΥΤΟ ΤΟ ΙΕΡΟ ΚΕΙΜΕΝΟ;
ΥΠΟΚΛΙΝΟΜΑΙ ΜΕ ΣΕΒΑΣΜΟ.
ΝΑ ΓΡΑΦΕΙΣ ΚΩΣΤΑ ΜΟΥ ΠΙΟ ΤΑΚΤΙΚΑ.
Ο ΘΕΟΣ ΝΑ ΣΕ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΕΙ ΠΑΝΤΑ.
ΗΛΙΑΣ.+++
Κι όσο αρχικά προχωρά η σήψη κι οι παρατηρητές θέλουν να απομακρυνθούν από αυτή τη μπόχα του θανάτου, ο Κύριος μέσω του φωτισμένου του απεσταλμένου θα αναδείξει αυτό το, έστω κι ένα, λαμπερό κι αμόλυντο κομμάτι του ‘‘έθνους στο οποίο επένδυσε’’.
Κι αναζητούν την Ελλάδα των ‘‘δυο Ηρώων και των πέντε Αξιών’’!
Τα αρχέτυπα του Ηρακλή και του Οδυσσέα!
Την Ελευθερία, την Αξιοπρέπεια, την Αρμονία, την κοινωνική Δικαιοσύνη και την Αλήθεια!
Ο υμένας του χρόνου διαρρηγνύεται και ο Κολοκοτρώνης με το Μεγαλέξανδρο έρχονται σήμερα αντάμα να μας δώσουν μια κλωτσιά στα οπίσθια να οσμιστούμε τον κίνδυνο, να ζωστούμε τις σφαίρες, την εκλιπούσα σοφία.
Μοιάζουν σταγόνες στον ωκεανό οι προσπάθειες κάποιων επιφανών και κάποιων απλών Ελλήνων, να κρατήσουν στις μνήμες του κόσμου την πραγματική Ελλάδα, την κορωνίδα πολιτισμού και σκέψης, των πέντε ηπείρων.
Μια Ελλάδα που είναι γραφτό να 'ρθεί, έστω κι αν το απαιτεί μια χούφτα ανθρώπων. Η συμπαντική επιταγή έχει υπογραφεί.
Μην πεις άλλα και κοκκινίζω..🙂
ΔιαγραφήΦΙΛΑΡΑΚΙ ΝΑ ΕΙΣΑΙ ΚΑΛΑ, ΝΑ ΕΙΜΑΣΤΕ ΚΑΛΑ ΚΑΙ ΝΑ ΤΗΝ ΖΗΣΟΥΜΕ ΑΥΤΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΣΥΝΤΟΜΑ!
ΜΗΝ ΒΕΒΗΛΩΝΕΙΣ ΤΗΝ ΠΑΤΡΙΔΑ ΜΟΥ,
ΑπάντησηΔιαγραφήΜΗΝ ΒΕΒΗΛΩΝΕΙΣ ΤΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ ΜΟΥ,
ΜΗΝ ΒΕΒΗΛΩΝΕΙΣ ΤΑ ΙΕΡΑ ΜΟΥ,
ΜΗΝ ΒΕΒΗΛΩΝΕΙΣ ΤΟΥΣ ΕΝΔΟΞΟΥΣ ΠΡΟΓΟΝΟΥΣ ΜΟΥ,
ΜΗΝ ΒΕΒΗΛΩΝΕΙΣ ΤΗΝ ΕΝΔΟΞΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΟΥ,
ΜΗΝ ΒΕΒΗΛΩΝΕΙΣ ΤΑ ΑΠΕΙΡΟΥ ΚΑΛΛΟΥΣ ΕΡΓΑ ΜΟΥ,
ΜΗΝ ΒΕΒΗΛΩΝΕΙΣ ΤΗΝ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΨΥΧΗ ΜΟΥ,
ΜΗΝ ΒΕΒΗΛΩΝΕΙΣ ΤΙΣ ΘΕΙΕΣ ΙΔΕΕΣ ΜΟΥ,
ΜΗΝ ΒΕΒΗΛΩΝΕΙΣ ΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥΣ ΣΤΟΧΑΣΜΟΥΣ ΜΟΥ,
ΜΗΝ ΒΕΒΗΛΩΝΕΙΣ ΤΟ ΟΡΑΜΑ ΜΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΤΡΙΔΑ ΜΟΥ,
ΜΗΝ ΒΕΒΗΛΩΝΕΙΣ ΤΟ ΧΡΕΟΣ ΜΟΥ, ΝΑ ΑΦΗΣΩ ΠΙΣΩ ΜΟΥ ΣΤΙΣ ΝΕΕΣ ΓΕΝΙΕΣ, ΑΥΤΑ ΠΟΥ ΚΛΗΡΟΝΟΜΗΣΑ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΘΕΙΟΥΣ ΠΡΟΓΟΝΟΥΣ ΜΟΥ,
ΜΗΝ ΒΕΒΗΛΩΝΕΙΣ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΣΚΟΠΟ ΜΟΥ ΣΤΟΝ ΠΛΑΝΗΤΗ,
ΜΗΝ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΣ ΝΑ ΜΕ ΚΑΝΕΙΣ ΝΑ ΜΙΣΗΣΩ
ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΕΙΜΑΙ, ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΑΓΑΠΗΣΑ, ΚΑΙ ΓΙΑ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΖΩ.
ΗΛΙΑΣ.+++ ΑΕΛΙΟΣ. 07/09/2020
Άψογος boy!!!
ΔιαγραφήΑΠΟΤΡΟΠΗ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΒΈΒΗΛΟ,
ΟΙΜΩΓΗ ΠΡΟΣ ΤΟ ΘΕΙΟ ΣΤΕΡΕΩΜΑ ΝΑ ΕΙΣΑΚΟΥΣΤΟΥΜΕ.
Κώστα μου, αυτό το κείμενο σου, σχόλιο στο συγκεκριμένο αριστούργημα του Άγγελου Σικελιανού, αλλά και η επιλογή του ποιήματος, δείχνει ότι είσαι ένα πολύ-πολύ "ξεχωριστός" ΕΛΛΗΝΑΣ! Να είσαι πάντα καλά και δυνατός στον αγώνα για την Αλήθεια και την Ελευθερία και όλες τις πανανθρώπινες Αξίες του ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ!
ΑπάντησηΔιαγραφήΝα είσαι καλά Κατερινάκι μας,
Διαγραφήκαι εύχομαι και εσύ απτόητη να συνεχίσεις τις μάχες που τόσο επιδέξια δίνεις!
Καλό μας φθινόπωρο, Λευτεριά στην Ελλάδα!!!